Γράφει ο Notis
Ο John Henry Bonham (31 Μαΐου 1948 - 25 Σεπτεμβρίου 1980) ήταν Άγγλος μουσικός και τραγουδοποιός, γνωστός στον περισσότερο κόσμο ως ντράμερ των Led Zeppelin. Αναγνωρίστηκε για την ταχύτητα και το δυνατό παίξιμο, για το γρήγορα δεξί του πόδι, τον διακριτικό του ήχο, και την ιδιαίτερη groove αισθητική του.
Ο John Henry Bonham (31 Μαΐου 1948 - 25 Σεπτεμβρίου 1980) ήταν Άγγλος μουσικός και τραγουδοποιός, γνωστός στον περισσότερο κόσμο ως ντράμερ των Led Zeppelin. Αναγνωρίστηκε για την ταχύτητα και το δυνατό παίξιμο, για το γρήγορα δεξί του πόδι, τον διακριτικό του ήχο, και την ιδιαίτερη groove αισθητική του.
Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ντράμερ στην ιστορία
της ροκ μουσικής.
Ο John Bonham Γεννήθηκε στις 31 Μαΐου το 1948, στο Redditch του Worcestershire
στην Αγγλία. Άρχισε να μαθαίνει να παίζει drums από την ηλικία των πέντε ετών, φτιάχνοντας ένα drum kit από δοχεία και κουτιά καφέ, μιμούμενος
τα είδωλά του, Gene Krupa και Buddy Rich. Η μητέρα του δώρισε ένα ταμπούρο στην
ηλικία των δέκα, αλλά το πρώτο
καλό του drum kit το πήρε από
τον πατέρα του στα δεκαπέντε, ένα Premier Percussion set. Ο Bonham δεν πήρε ποτέ κάποια επίσημα μαθήματα τυμπάνων, παρακολουθούσε
όμως με προσοχή τα είδωλα του. Μεταξύ 1962-63, ενώ ήταν ακόμα
στο σχολείο, εντάχθηκε στους Blue Trio Star και
στους Gerry Levene & the Avengers.
Όταν τελείωσε το σχολείο το 1964, εργάστηκε
για τον πατέρα του ως μαθητευόμενος ξυλουργός, παίζοντας τύμπανα για διάφορες
τοπικές μπάντες. Το 1964, βρήκε την πρώτη ημι-επαγγελματική μπάντα του, τους Terry Webb and the Spiders, και την
ίδια περίπου εποχή γνωρίστηκε με την Pat
Phillips, την μελλοντική σύζυγό του. Έπαιξε επίσης σε άλλες μπάντες του
Μπέρμιγχαμ, όπως The Nicky James
Movement και The Senators, οι οποίοι
κυκλοφόρησαν το αρκετά επιτυχημένο single "She's
a Mod" το 1964. Δύο χρόνια αργότερα ενσωματώθηκε στους A Way of Life, αλλά
η μπάντα σύντομα διαλύθηκε. Αναζητώντας απελπισμένα ένα τακτικό εισόδημα
μέσω της μουσικής, εντάχθηκε σε ένα blues group τους Crawling King
Snakes, όπου τραγουδιστής ήταν ο νεαρός τότε, Robert Plant.
Το 1967 οι A Way of Life του
ζήτησαν να επιστρέψει στην μπάντα, κάτι που έγινε τελικά, όμως όλο αυτό το
διάστημα κρατούσε επαφές με τον Robert Plant και
όταν ο δεύτερος αποφάσισε να σχηματίσει τους Band of Joy ο Bonham ήταν η
πρώτη του επιλογή ως drummer. Η μπάντα ηχογράφησε μια σειρά από demos, αλλά ποτέ ένα album. Το
1968, ο Αμερικανός τραγουδιστής Tim Rose
περιόδευσε στην Βρετανία και κάλεσε τους Band of Joy να ανοίξουν τις συναυλίες
του. Ο Rose εντυπωσιάστηκε με το παίξιμο του Bonham και τον προσκάλεσε
να παίξει για την μπάντα του, κάτι που του απέδωσε ένα κανονικό εισόδημα.
Μετά τη διάλυση των The Yardbirds, ο κιθαρίστας Jimmy
Page αποφάσισε να σχηματίσει μια νέα μπάντα, προσλαμβάνοντας για
τραγουδιστή τον Robert Plant, ο οποίος με τη σειρά του πρότεινε τον Bonham. Ο Page είχε στο μυαλό του διάφορες προτάσεις για την θέση του
ντράμερ, όπως τον BJ Wilson των Procol Harum, και τους Clem Cattini, Aynsley Dunbar και Ginger
Baker. Ωστόσο, βλέποντας τον Bonham να παίζει τύμπανα για τον Tim Rose σε
ένα κλαμπ στο Hampstead, στο βόρειο Λονδίνο, τον Ιούλιο του 1968, ο Page και ο manager Peter
Grant, συμφώνησαν πως θα ήταν η τέλεια λύση για το νέο αυτό project, που
αρχικά θα ονομαζόταν The New Yardbirds και αργότερα Led Zeppelin.
Στην διάρκεια της πρώτης περιοδείας των Led Zeppelin στις ΗΠΑ το 1968, ο Bonham έγινε φίλος με τον Carmine
Appice τον ντράμερ των Vanilla Fudge,
ο οποίος του σύστησε τα Ludwig Drums, τύμπανα τα οποία ο Bohnam θα χρησιμοποιούσε στο υπόλοιπο της καριέρας του. O Bonham στο παίξιμο του χρησιμοποιούσε τα
μακρύτερα και πιο βαριά διαθέσιμα sticks, τα οποία αναφέρονται ως “trees” για να
επιτύχει το ιδιαίτερο σκληρό του στυλ, το οποίο επέδρασε καταλυτικά σε πολλά
τραγούδια των Led Zeppelin (Immigrant Song, When the Levee Breaks, Kashmir,
The Ocean, Achilles Last Stand).
Κορυφαία στιγμή στην πορεία του με τους Led Zeppelin ήταν το περίφημο drum solo του στο τραγούδι “Pat's Delight” που αργότερα
μετονομάστηκε σε “Moby Dick”, το οποίο συχνά διαρκούσε 30
λεπτά (!) και χαρακτηριστικό του ήταν η χρήση γυμνών χεριών για να επιτύχει
διαφορετικά ηχητικά εφέ. Στις περιοδείες της μπάντας μετά το 1969 ο Bonham θα επεκτείνει το βασικό του κιτ, συμπεριλαμβάνοντας congas, ορχηστικά
τύμπανα (timpani)
και ένα μεγάλο συμφωνικό gong.
Σε αυτόν πιστώνεται επίσης (από την Dallas
Times Herald) η χρησιμοποίηση για πρώτη φορά σε συναυλία των ηλεκτρονικών
τυμπάνων με συνθεσάιζερ (electronic timpani drum synthesisers) σε μια εκτέλεση
του Kashmir στο Live των Zeppelin στο
Texas το 1977. Πολλοί σύγχρονοι ράπερς θα ενσωματώσουν αργότερα
στις συνθέσεις τους samples του Bonham, όπως οι Beastie Boys
(όπου θα «δανειστούν» samples από τα Moby Dick, The Ocean και When
the Levee Breaks).
Εκτός από τις ηχογραφήσεις με τους Led Zeppelin ο Bonham είχε
την ευκαιρία να παίξει και για άλλους καλλιτέχνες. Το 1969 εμφανίστηκε μαζί με τους
Page και Jones στο A Way of Life των The Family Dogg's, το 1970 στο album Lord Sutch and Heavy Friends του Screaming Lord Sutch, το 1971 έπαιξε στο τραγούδι Everybody Clap της Lulu, το 1979
στο album On the Road Again του φίλου
του Roy Wood και στο Back to the
Egg των Wings.
To 1974 εμφανίστηκε στην ταινία Son of Dracula παίζοντας τύμπανα
για την μπάντα του Count Downe (Harry Nilsson). Ήταν ένα φιλμ της Apple σε σκηνοθεσία του Freddie Francis, όπου μαζί με τον Bonham στο line up των drummers, εμφανίστηκαν και οι Keith Moon και Ringo Starr!
Ο Bonham επίσης,
ήταν κουμπάρος στον γάμο του Tony Iommi
των Black Sabbath.
Στις 24 Σεπτεμβρίου 1980, ο Bonham ακολούθησε
τον Rex King, βοηθό των Led Zeppelin, για να παρακολουθήσουν τις πρόβες στο
Bray Studios για μια επερχόμενη περιοδεία τους στις Ηνωμένες Πολιτείες, την
πρώτη της μπάντας από το 1977. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ο Bonham ζήτησε
να σταματήσουν για πρωινό, όπου άρχισαν να καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες
αλκοόλ. Συνέχισαν να πίνουν και μετά την άφιξη τους στις πρόβες.
Αργά το βράδυ, η μπάντα αποσύρθηκε στο σπίτι
του Page
(Old Mill House) στο Clewer του Windsor.
Μετά τα μεσάνυχτα ο Bonham αποκοιμήθηκε και μεταφέρθηκε στο
κρεβάτι του. Το απόγευμα της 25ης Benji LeFevre (που είχε
αντικαταστήσει τον Richard Cole ως διευθυντής περιοδείας των Zeppelin) και
ο John Paul Jones, βρήκαν τον Bonham νεκρό στο
κρεβάτι. Ήταν 32 ετών.
Λίγες ημέρες αργότερα μετά την εξέταση του
ιατροδικαστή, διαπιστώθηκε πως ο Bonham 24 ώρες πριν πεθάνει, είχε
καταναλώσει μεγάλες ποσότητες βότκας, κάτι που του προκάλεσε αναρρόφηση στην
διάρκεια του ύπνου, με αποτέλεσμα να πάθει ασφυξία. Η ετυμηγορία θανάτου από
ατύχημα, επέστρεψε ως αίτημα σε ανάκριση που πραγματοποιήθηκε στις 27 του
Οκτώβρη 1980. Η αυτοψία δεν αποκάλυψε άλλες ουσίες η ναρκωτικά στο σώμα του.
Η σωρός του John Bonham αποτεφρώθηκε και οι
στάχτες του ενταφιάστηκαν στις 12 Οκτωβρίου 1980, στο Ενοριακό Ναό του Rushock
στο Worcestershire. Στην επιτύμβια στήλη
του αναγράφονται τα εξής:
«CHERISHED
MEMORIES OF A LOVING HUSBAND AND FATHER, JOHN
HENRY BONHAM WHO DIED SEPT. 25th 1980 AGED 32 YEARS. He
will always be Remembered in our hearts. Goodnight my Love, God Bless…»
Αν και υπήρξαν
φήμες από τα ΜΜΕ ότι μεγάλοι drummers όπως οι Cozy Powell, Phil Collins, Carmine Appice, Barriemore Barlow,
Roger Taylor, Simon Kirke και Bev Bevan, θα αντικαθιστούσαν τον Bonham στους Led Zeppelin, τα υπόλοιπα
μέλη αποφάσισαν να διαλύσουν την μπάντα μετά τον θάνατο του. Επιβεβαίωσαν αυτή
τους την απόφαση σε συνέντευξη τύπου που δόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου το 1980:
«Θέλουμε να γίνει γνωστό ότι η απώλεια του αγαπητού φίλου
μας και ο βαθύς σεβασμός που έχουμε για την οικογένειά του, μαζί με την αίσθηση
της αδιαίρετης αρμονίας που νιώθουμε εμείς και ο μάνατζερ μας, μας οδήγησαν να
αποφασίσουμε ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε όπως είμαστε…»
Led
Zeppelin
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου